Κάθε άνθρωπος έχει την δική του ιστορία να αφηγηθεί. Κάποιοι πασχίζουν να την κρύψουν στα βαθιά. Τους καταλαβαίνεις όμως από τη ματιά. Από εκείνο το βαθύ θλιμμένο βλέμμα
Νύχτωσε… οι ήχοι μετριάζουν, αποσύρονται, κοπάζουν, ατονούν. Παραμερίζουν τον πολύτιμο χώρο στο σκοτάδι, για να σκεπάσει τρυφερά το φως. Η σιγή θεριεύει ύπουλα και επιτακτικά, θυμίζοντάς σου όλα
Ταξιδεύω με ένα τρένο κι αυτό είναι το τρένο της ζωής μου. Σε κάθε αφετηρία κι ένας καινούριος προορισμός. Σε κάθε βαγόνι και μια ιστορία, μια περιπέτεια που
Φεύγει η ζωή, μέρα τη μέρα λιγοστεύει κι εσύ με χίλιες δυο δικαιολογίες αναβάλεις να πεις όσα σε πνίγουν. Πόσα “σ’ αγαπώ”, πόσα “συγνώμη”, πόσα “ας το ξεχάσουμε”,
«Έχει καταντήσει μάστιγα πια, αυτές οι χωρισμένες να κυκλοφορούν ελεύθερες στην κοινωνία μας! Δεν φτάνει που δεν κατάφεραν να κρατήσουν το έτερον ήμισυ, δεν φτάνει που δεν στάθηκαν
Κάθε μέρα η ίδια ρουτίνα, δουλειά, παιδιά, σπίτι κ ένα σωρό υποχρεώσεις που μας έχουν κουράσει. Υπάρχουν όμως πολλά μικρά και καθημερινά πράγματα που μπορούν να μας φτιάξουν
Στη θάλασσα να ψάξεις να με βρεις. Εκεί, στο απέραντο γαλάζιο. Κάτω στην ακροθαλασσιά, ανάμεσα στον αφρό των κυμάτων θα στέκομαι αγέρωχη, στιβαρή, στολισμένη με τις απότομες πτυχές
Απλώνω το χέρι χωρίς φόβο. Μαζεύω ψιχάλες βροχής στη χούφτα μου. Θέλω να νιώσω… Πόσο θέλω να νιώσω εκείνο το άγγιγμα της βροχής! Να γίνει νερό, να ταξιδέψει
Στημένες παρτίδες με κρυμμένους άσσους. Σκοτεινά μονοπάτια με καλοστημένες παγίδες. Αδιέξοδοι λαβύρινθοι με παραπλανητικούς μίτους. Μαχαίρια μέσα σε αγκαλιές. Σπασμένα γυαλιά μέσα σε φιλιά. Μίσος μέσα σε χαμόγελα.