Απορροφημένη, διαβάζοντας στη βολική πολυθρόνα μου ένα αγαπημένο μου βιβλίο, από το πουθενά, στα ξαφνικά, χτυπάει το κινητό μου. Άγνωστο νούμερο στην οθόνη. Προς στιγμήν χαίρομαι, ελπίζω μήπως είναι από κάποια δουλειά που έχω στείλει το βιογραφικό μου. Απαντώ “παρακαλώ”. Σιωπή από την άλλη άκρη της γραμμής. Διστακτικά ακούω μια γνώριμη φωνή από το κοντινό παρελθόν να προφέρει το όνομά μου. “Ναι, η ίδια… ποιος είναι παρακαλώ;” γεμάτη ενθουσιασμό εγώ. Αμήχανη απάντηση “ο Νίκος είμαι…”. Σιωπή να πλανάται στον αέρα. “Ναι, ok, τι θες;” σε ρωτάω. “Συγνώμη για την ενόχληση” μου λες, προσπαθώντας να μου εξηγήσεις το λόγο που με πήρες μετά από 3 χρόνια σχεδόν και βρήκες το τηλέφωνό μου, που είχες χάσει.
“Θέλω να σου πω κάτι και δεν θα σε ξαναενοχλήσω, μια μεγάλη συγνώμη για το τρόπο που σου φέρθηκα”. Σαστίζω, σκέφτομαι τι μου λέει τώρα αυτός; Μισογελάω στο ακουστικό μου και σου απαντώ αυθόρμητα, “δεν χρειαζόταν, τι θυμήθηκες τώρα; περσινά ξινά σταφύλια…”. Κομπιάζεις, το νιώθω, το ακούω σαν να ήσουν δίπλα μου, τόσο καθαρά. Το μόνο που έχεις να πεις είναι ότι το κάνεις για σένα. Άραγε πόσο εγωισμό μπορείς να κουβαλάς; Προσπαθώ να σε αποφύγω, βιαστικά να σε κλείσω. Το καταλαβαίνω, προσπαθείς να με κρατήσεις στη γραμμή, μα δεν κερδίζεις τίποτα. Όλο μου το κορμί αρχίζει να τρέμει, προσπαθεί να σε αποφύγει και έτσι απλά με ένα τελευταίο “να ‘σαι καλά” σε κλείνω.
Το μυαλό στριφογυρίζει σε χίλιες δύο απαντήσεις που θα μπορούσα να σου πω. Αλλά το σώμα μου, τα χέρια μου αντιστάθηκαν. Σαν λιποτάκτης τέλειωσα γρήγορα ό,τι είχα να πω. Έσκυψα το κεφάλι μου, πάτησα το κουμπάκι κι έληξε η κλήση που πολύ κράτησε μεταξύ μας. Σιχτιρίζω τον εαυτό μου, που δεν φάνηκα γενναία να σου πω απλά με το γνωστό μου ειρωνικό ύφος “μην ζητάς άφεση από μένα πια, βγάλ’ τα πέρα με τη συνείδηση σου, αν έχεις…” αλλά είναι αργά, η γραμμή νεκρή. Προτίμησα να τρέξω σαν δειλή μακριά από λόγια και καταστάσεις που πονάνε… Εύχομαι να πονάς κι εσύ το ίδιο, κάποια να σε πλήγωσε και τώρα να σε θυμήθηκε η συνείδησή σου όπως εσύ θυμήθηκες εμένα τώρα… Ύπουλο πράγμα η άτιμη συνείδηση, μπορεί να αργεί αλλά δεν σε ξεχνά ποτέ, ειδικά όταν έρχεται η ώρα να πληρώσεις κι εσύ για ό,τι έκανες, με το ίδιο νόμισμα.
Joanna Sou