Άλλη μια συνηθισμένη εβδομάδα προ των πυλών. Άλλη μια συμβατική Δευτέρα. Έχουμε συνηθίσει οι άνθρωποι να αποκαλούμε τη Δευτέρα τη σηματοδότηση ενός νέου ξεκινήματος. Από Δευτέρα θα… και η λίστα όλο μεγαλώνει παρά μικραίνει. Η ρουτίνα της η ίδια τα τελευταία δύο χρόνια. Σηκώνεται από το κρεβάτι, ψάχνει τις πλαστικές παντόφλες της που βρίσκονται παρά πεταμένες κάτω από το υπέρδιπλο κρεβάτι και με βαριά βήματα ανοίγει το παράθυρο του δωματίου να καλώς ορίσει το πρωινό φως. Με τον ίδιο ρυθμό κατεβαίνει αργά τα ξύλινα σκαλιά ακούγοντας τον χαρακτηριστικό παφλασμό των παντοφλών της. Πόσο την εκνευρίζει αυτός ο ήχος, σκέφτεται. Σχεδόν μηχανικά ανοίγει το ντουλαπάκι της κουζίνας, παίρνει την μπλε κούπα, αυτή με το περίεργο χερούλι που της αρέσει, δυο κουταλιές καφέ και μια ζάχαρη μέχρι το μπρίκι να αφρίσει και έτοιμη.

Στον πάγκο πρόχειρα διπλωμένα βρίσκει τα χθεσινά δημητριακά, τσαλακωμένα στη σακουλίτσα τους, τα παίρνει παραμάσχαλα και κατευθύνεται προς το καθιστικό. Καμία σκέψη να ανοίξει την τηλεόραση, μήτε το ραδιόφωνο. Η πολυφωνία την ενοχλεί, την αηδιάζει. Έχει αποκοπεί από την κοινωνικοποίηση. Πολλές φορές δεν την αποζητεί, γιατί νιώθει ότι την αποξενώνει από τον ίδιο της τον εαυτό. Μη σας φαίνεται περίεργο, αρκετοί άνθρωποι αποζητούν την ησυχία τους, που μέσα στο βουητό του όχλου δεν μπορούν να την βρουν. Δε μπορούν να αναμετρηθούν με τις πληγές τις ψυχής τους. Είναι η μοναδική, η τελευταία από τους φίλους της, που έμεινε μόνη, από επιλογή, να βολοδέρνει εδώ και εκεί, να ζει την εργένικη ζωή που πάντα ήθελε, δίχως ευθύνες πέρα του εαυτού της. Δε ντρέπεται για αυτό, δεν την ενδιαφέρει η γνώμη κανενός. Που ήταν ο καθένας όταν είχε ανάγκη;


Πολλές φορές καθόταν και αναπολούσε τη ζωή της, σαν μάθημα ιστορίας γυμνασίου. Αυτό που το διαβάζεις, διαβάζεις και προσπαθείς να μάθεις απέξω. Ποτέ δεν της άρεσε η ιστορία. Από παιδί ακόμη, την απεχθανόταν. Πόσα λάθη χρόνων θα μπορούσαν να αποφευχθούν αν τους δίναμε την ελάχιστη σημασία; Έτσι και η ίδια, αναμασούσε τα γεγονότα της ζωής της. Μα με τα χρόνια κατάλαβε ότι μόνο η σκέψη δε φτάνει για να τα αλλάξει. Δεν υπάρχει αυτό το μαγικό κουμπί που τόσο θα θέλαμε να πατήσουμε. Ό,τι έγινε, έγινε και ό,τι είναι να συμβεί, θα συμβεί. Κουράστηκε να ελπίζει και να αποζητά τον λυτρωτή της. Ως εδώ, έλεγε και ξαναέλεγε, με μια απάθεια. Ο πρωινός αχνιστός καφές ακουμπισμένος στο ξύλινο τραπέζι, έχει πια κρυώσει. Με ένα μειδίαμα στα χείλη συνεχίζει να τον κοιτάζει, ασάλευτη. «Άλλη μια συνηθισμένη εβδομάδα, άλλη μια συμβατική Δευτέρα…», μονολογεί.

Αικατερίνη Χριστοδούλου


https://oneirwnpenes.blogspot.com/

Advertisements

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.