«Φρόνιμα κούκλα μου!» σου λέω και σε κοιτώ στα μάτια χαμογελώντας, σου ζητώ να πειθαρχήσεις τον εαυτό σου, να με αφήσεις να ετοιμαστώ για την δουλειά, θα αργήσω και θα φταις! Δέχεσαι με μεγάλη προθυμία το «φταίξιμο» και με παρασύρεις κοντά σου, τραβώντας με από το πουκάμισο, με φιλάς ξανά! Κορίτσι μου αυτό το φιλί σου με στέλνει αδιάβαστο, με διαγωγή ούτε λίγο κοσμιοτάτη! Τώρα τι θες να γίνει, που με «έφερες» σε αυτή την κατάσταση, πώς θα φύγω, χωρίς να νιώθω άσχημα; «Μα απλά δεν θα φύγεις» μου απαντάς και γελάς αυτάρεσκα.
Μήνες πριν όμως κοριτσάκι μου, δεν με ήθελες… Δεν ήσουν σίγουρη για τα αισθήματά σου, μου έλεγες δεν ένιωθες έτοιμη να μπεις σε σχέση. Με αρνιόσουν και με πλήγωνες κάθε ημέρα και από λίγο, με αποκορύφωμα την φράση σου «Μπορούμε να είμαστε φίλοι;». Όχι καρδούλα μου, φίλοι να είστε με τις φίλες σου, όχι με εμένα! Η πρόθεσή μου δεν ήταν ποτέ φιλική, ξεκάθαρος ήμουν εξ’ αρχής, τι δεν κατάλαβες μωρό μου; Δεν σου έδωσα να καταλάβεις, πόσο πολύ σε θέλω; Δεν ήμουν αρκετά «επεξηγηματικός» όταν φιληθήκαμε; Όταν κάναμε έρωτα; Σε ποιο σημείο το ένιωσες εσύ φιλικό όλο αυτό, να καταλάβω…
Γιατί στα λέω όλα αυτά με ρωτάς και με κοιτάς με κουταβίσια μάτια. Τι νόημα έχει πια, αφού είμαστε μαζί. Στα λέω γιατί είσαι παιδί, ανώριμη και θέλω να σε συνεφέρω. Στα λέω γιατί από κοριτσάκι, θέλω να γίνεις γυναίκα. Στα λέω γιατί σ ’αγαπάω και νιώθω πως και εσύ το ίδιο. Στα λέω γιατί σε θέλω δίπλα μου, να με νιώθεις κάθε στιγμή της ημέρας σου, να σου λείπω, να με αποζητάς. Άκου εκεί, λέει φίλοι…
Ελένη Ρέγγα