Είναι μέρες που ξαναζώ το τελευταίο μου δράμα, είναι μέρες που ξαναέρχεται στο μυαλό μου η τελευταία σκηνή της δικιά μας ταινίας. Πολλές φορές χάνομαι μέσα από αυτό το σκηνικό, αλλάζει ο χρόνος, αλλάζει ο χώρος, μα το μόνο ίδιο και απαράλλακτο είναι εκείνο το βλέμμα σου. Εκείνο το ασάλευτο, κρύο, παγερό βλέμμα σου! Δύο μάτια τόσο λαμπερά, έγιναν με μιας δύο μαύρες τρύπες.

Δύο καρβουνάκια πήραν την θέση των ματιών σου, εκεί που κάποτε υπήρχε μέσα τους λάμψη, μα τώρα το απόλυτο κενό και το απόλυτο χάος. Σε κοίταξα τότε βαθιά, μα το αντίο σου ήταν πιο κρύο και από την καρδιά του χειμώνα. Την κοίταξα βαθιά στο αντίο σου και το βλέμμα σου μας πήρε τις πιο καλές μας στιγμές, αλλά και τράβηξε και την ψυχή μου μέσα σου. Όταν έκλεισες την πόρτα σου, διαχωρίστηκε το σώμα και τη ψυχή μου φυλάκισες μέσα στο σπίτι σου και άφησες για ρέστα το άδειο μου σώμα να περιπλανιέται στον κόσμο!


Αχ αυτά τα δυο σου μάτια! Μονάχα να ήξερες πόσες ελπίδες μου είχαν στεγάσει, σε πόσες αγκαλιές σου είχα βρει το λιμάνι μου μέσα σου! Πόσα όνειρα και πόσες λιακάδες μου έτρεφε το χαμόγελό σου! Κι εσύ εκεί, αγέρωχη, σκοτεινή, φυλάκισες με το βλέμμα σου όλα όσα είχαμε ονειρευτεί μαζί! Όλα όσα ήλπιζε ο νους μου, όσα ποθούσε η ψυχή μου, τα έκλεισες βαθιά μέσα στο έρεβός σου. Τα σφράγισες ερμητικά κλειστά, να μην μπορούν να δουν το φως του ηλίου ξανά και τα βύθισες στα βάθη του πιο σκοτεινού κι ανήλιαγου βυθού σου!

Δεν είδες την ψυχή μου που σαν κερί τρεμόπαιζε η φλόγα της, δεν ένιωθες το μικρό παιδί που ξυπνούσες μέσα μου όταν βρισκόμουν ανάμεσα στα δυο σου χέρια, παρά μόνο τόσο καιρό «τάιζες» το υπέρμετρο “εγώ” σου και τα προσωρινά πάθη σου με εμένα ως πειραματόζωο! Το βλέμμα σου τράβηξε και φυλάκισε όλα τα χαρούμενα μου αισθήματα! Με άφησες γυμνό, αδύναμο να αντιμετωπίσω τους χειμώνες μου πλέον! Ευχή και κατάρα μου έδωσες να μη νιώθω αγάπη πια, να μη νιώθω ζεστασιά, ούτε θαλπωρή και χαρά!


Όσο ζεστασιά και αν υπάρχει έξω, εγώ μετά το αντίο σου θα έχω πάντα ένα μικρό, σκοτεινό μέρος μέσα μου, που δεν θα μπορεί να φυτρώσει πλέον το λουλούδι της αγάπης στο λιβάδι μου! Γι’ αυτό υπεύθυνη είσαι εσύ, που με το βλέμμα σου μου έκλεψες τις λιακάδες μου! Δεν κατηγορώ όμως! Έτσι έχεις μάθει στην τσιμεντούπολη που ζεις! Οι άνθρωποι για σένα είναι αναλώσιμοι! Δεν πιστεύεις στους ανθρώπους, στην αγάπη, στο συναίσθημα.

Το μόνο που μπορεί να κάνεις, είναι να βάζεις τείχη, εμπόδια, φύλακες και αστυνόμους να σε προστατεύσουν από κάθε τι αληθινό! Τον προστατεύεις άραγε τον αδύναμο εαυτό σου να δεχθεί όποια συναισθήματα σου είναι εντελώς άγνωστα; Τα αγνά συναισθήματα που εσύ τα θεωρείς απειλητικά ή υπέρμετρα; Μήπως τους κολλάς την ταμπέλα του εμμονικού όπως είχες κολλήσει σε εμένα κάποτε; Εγώ κάποτε σου χάρισα τα πιο αγνά, ανιδιοτελή, αθώα και ειλικρινή συναισθήματα που μπορούσε να σου χαρίσει ποτέ άνθρωπος!

Το βλέμμα σου σαν δικαστής δίκασε και καταδίκασε την ψυχή μου, την φυλάκισε σε αιώνιο χειμώνα και το λιβάδι της αγάπης μου σε αέναη χειμερία νάρκη! Το βλέμμα σου ήταν ο κλέφτης των συναισθημάτων της ψυχής μου! Γιατί το βλέμμα σου έφτανε μέχρι εκεί που μπορούσε, μέχρι εκεί που ήθελε να δει και ζήλεψε την ψυχή μου, την άρπαξε την φυλάκισε και την έκανε παντοτινά δικιά του. Κι από την ψυχή μου έμειναν μόνο οι λέξεις στο χαρτί…

Men’s View – Γιώργος Κ.

Advertisements

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.