Πού και πού, κάποια βράδια δύσκολα και σχεδόν ατελείωτα, περνάει η εικόνα σου από το μυαλό μου… Βλέπεις, σε είχα συνδυάσει με την απόλυτη ηρεμία. Ήσουν εκείνος ο άνθρωπος που ό,τι και να είχα, ήξερα πως με μία αγκαλιά σου και ένα σου χαμόγελο, η ασχήμια που με περιτριγύριζε θα εξαφανιζόταν και την θέση της θα έπαιρναν η γαλήνη και η απόλυτη ευτυχία.
Πρώτη φορά ένιωθα έτσι για κάποιον, ίσως και τελευταία. Όχι γιατί δεν θα βρεθεί κάποιος να σε αντικαταστήσει, αλλά γιατί δεν θέλω να ξανανιώσω έτσι. Δεν θέλω να πονέσω πάλι με την ίδια ένταση, ούτε να αισθάνομαι τόση ανασφάλεια ακόμα και με τον ίδιο μου τον εαυτό. Μου ήταν δύσκολο να σε ξεχάσω… Κάποιες φορές για να είμαι ειλικρινής, ακόμα νιώθω ότι δεν σε έχω ξεπεράσει τελείως. Σίγουρα όμως έχω καταφέρει να μην πονάω όπως πριν.
Αυτά τα βράδια που θα σε έχω λίγο περισσότερο ανάγκη λοιπόν, θα διατηρώ λίγη σιγή, λίγη σιγή για να σκέφτομαι και να θυμάμαι κάποιες στιγμές μας. Αυτές που κάποτε με έκαναν να εύχομαι να μην τελειώσει ποτέ αυτό που ζούσαμε. Και έτσι στις σκέψεις αυτές, μετά από κάποια δάκρυα που θα έχουν τρέξει, η ανάμνηση της κατάληξής μας θα με χτυπήσει και πάλι με δύναμη, τόσο που θα με κάνει να ξυπνήσω από τον λήθαργό μου. Θα σκουπίσω τα δάκρυά μου και θα συνεχίσω την προσπάθεια να σε αποβάλω ολοκληρωτικά από τον οργανισμό μου. Πού ξέρεις; Ίσως κάποια στιγμή καταφέρω να σε ξεριζώσω μια και καλή από μέσα μου…
Μαρία Μεϊντάνη