Κι έρχεσαι ξανά. Τόσο καιρό μετά. Τόσο πόνο μετά, τόσα δάκρυα μετά. Έρχεσαι ξανά και ζητάς πίσω όσα τόσο εύκολα πέταξες, όσα ποτέ δεν αναγνώρισες, όσα ποτέ δεν σεβάστηκες. Έρχεσαι ξανά “αιώνες” μετά, να διεκδικήσεις απ’ την αρχή όσα τόσο εύκολα τσαλάκωσες, όσα ποτέ δεν εκτίμησες, όσα ποτέ δεν υπολόγισες. Βήμα! Μην κάνεις βήμα πιο κοντά μου! Δεν μπορείς! Δεν δικαιούσαι! Δεν στο επιτρέπω! Όχι ξανά!
Προσπάθησα πολύ να ξεχάσω… Έδωσα ατέλειωτες μάχες με τον ίδιο μου τον εαυτό, κάτι άυπνα, αξημέρωτα βράδια, για να με πείσω ν’ αφήσω πίσω, να με πείσω να συνειδητοποιήσω, να με πείσω να δεχτώ πως ό,τι αγάπησα ήταν απλά μια πλάνη. Με έστησα άπειρες φορές στον τοίχο, κάθε που τα μάτια σου στοίχειωναν το μυαλό μου, κάθε που τα λόγια σου βομβάρδιζαν το νου μου. Με έστησα στον τοίχο και με μάλωνα σαν μικρό παιδί και μου θύμιζα ξανά και ξανά ένα ένα το κάθε ψέμα, μία μία την κάθε προδοσία, μία μία την κάθε απουσία. Θα ήθελα να μπορούσα να σκοτώσω κάθε ανάμνηση που έχει το άρωμά σου. Προσπάθησα, μα δεν τα κατάφερα. Μόνο να τις κοιμίσω μπόρεσα… Τις νανούριζα βράδια ολόκληρα με δάκρυα και υποσχέσεις πως πια θα με προσέχω, πως δεν θα μ’ αφήσω να αφεθώ ξανά.
Κι έρχεσαι ξανά. Τόσο καιρό μετά. Τόσο πόνο μετά, τόσα δάκρυα μετά. Έρχεσαι να μου ζητήσεις, να μου θυμίσεις, να μου ξυπνήσεις όσα πάλεψα να κοιμίσω. Όχι, δεν θέλω πια ν’ ακούσω, να μάθω, να καταλάβω! Δεν θέλω να ξέρω! Βήμα! Μην κάνεις βήμα πιο κοντά μου! Δεν μπορείς! Δεν δικαιούσαι! Δεν στο επιτρέπω! Όχι ξανά!
Κική Γιοβανοπούλου