Δεν χαρίζομαι πια μάτια μου, μήτε και κάνω εκπτώσεις. Και αν πιστεύεις ότι με είχες, κοίτα ξανά το τίμημα, το αντέχει το τεράστιο “εγώ” σου; Όχι καρδιά μου, δεν θα παλέψω ξανά για κανένα πουκάμισο αδειανό, για καμιά Ελένη. Μην εκπλήσσεσαι, οι πράξεις σου μου έδειξαν το φως. Ανομβρία μυρίζει και εγώ που ξοδεύτηκα, σήμερα απαρνιέμαι το σκοτάδι σου, την μαυρίλα που μου τάισες και κρατιέμαι από τα καλοκαίρια μου. Αλλά να μην γελιέσαι, η προσέγγισή μου για τον έρωτα αλλοιώθηκε, όταν με πέταξες στα άδυτα του Άδη, με ένα ψυχρό «φεύγω» και τα πράγματα μου σκόρπια σε μια σακούλα σκουπιδιών καταμεσής του δρόμου. Και μαζί με αυτό έδυσε και ο ήλιος σε μια απρόσμενη κλειδωμένη ευτυχία.
Μην στεναχωριέσαι, ούτε η ζωή εκπτώσεις κάνει, ο καθένας στο τέλος παίρνει πάντα αυτό που του αναλογεί. Ούτε πιο λίγο, αλλά ούτε και πιο πολύ. Και εγώ πια μάτια μου δεν χαρίζομαι. Έγινα το πιο ακριβό μωσαϊκό από τα σπασμένα μου κομμάτια. Όχι δεν είναι αλαζονεία, είναι που με δίδαξες να μην κάνω πια εκπτώσεις. Σ’ ευχαριστώ πολύ, μου δίδαξες πολλά.
Μαρία Τσιντίδου