“Ό,τι χρειαστείς, πάρε με…” σου είχα πει στην τελευταία μας συνάντηση και το εννοούσα. Όσα και αν συνέβησαν μεταξύ μας, εγώ ήμουν διατεθειμένη να βρεθώ ανά πάσα ώρα και στιγμή δίπλα σου αν μου το ζητούσες.
Πέρασε αρκετός καιρός και ομολογώ πως στην αρχή είχα την ψευδαίσθηση πως θα πιαστείς ακόμη και από μια λεπτομέρεια για να με καλέσεις. Μήνες αργότερα και μάλλον δεν χρειάστηκες τίποτα από εμένα. Ήσουν πάντα ανεξάρτητος και κοντρόλαρες την ζωή σου χωρίς καμία βοήθεια άλλωστε. Ίσως όμως ο λόγος που περίμενα να δω τον αριθμό σου στην οθόνη του κινητού μου, δεν ήταν απόλυτα για να ακούσω εσένα, αλλά για να σου μιλήσω εγώ. Είχα περάσει το στάδιο να κάνω διάλογο με την σιωπή σου και ήταν τραγικό! Να χτυπούσε το τηλέφωνο μου λέει και να ήσουν εσύ… Να μην ήταν ψευδαίσθηση! Να άκουγα την φωνή σου ξανά, να ημερέψουν τα μέσα μου. Να κοιμηθώ ένα βράδυ χωρίς την αίσθηση ότι κάτι λείπει…
Ας αποκλείσουμε το σενάριο να με πάρεις καταλάθος τηλέφωνο. Ξέρουμε καλά και οι δυο, πως αυτό θα ήταν ένα κακοστημένο ψέμα, μια δικαιολογία χωρίς αιτία. Έχω ήδη σκεφτεί όλα τα πιθανά σενάρια συζήτησης που μπορεί να έχουμε, αλλά ξέρω πως για ακόμη μια φορά θα με εκπλήξεις. Θα μου πεις κάτι πολύ απλό και εγώ δεν θα μπορέσω να το διαχειριστώ, γιατί έχω προβάρει όλα τα σύνθετα. Αλλά πάντα έτσι γινόταν με εμάς. Εγώ όλα τα περιέπλεκα και εσύ τα έκανες να μοιάζουν τόσο βατά… Δεν θέλω πια να ζω σε αναμονή! Γι’ αυτό κάνε γρήγορα αυτό που πρέπει και υπόσχομαι να σταθώ στο ύψος των περιστάσεων. Ακούω ήδη το κινητό μου να χτυπάει…
Αντωνέλικα Ρέβελου