Κάθε Χριστούγεννα, σε περίμενα σ’ εκείνο το μπαράκι… Κόσμος έμπαινε και έβγαινε, έπιναν τα ποτά τους, διασκέδαζαν κι εγώ καρφωμένη στην πόρτα. Η ώρα περνούσε κι εσύ πουθενά. Κάθε φορά η ίδια ελπίδα και η ίδια απογοήτευση. Πού ήσουν; Ποια σε κρατούσε μακριά μου; Γιατί δεν έδινες ένα σημείο ζωής; Με τσάκιζε όλο αυτό! Άντρες δίπλα μου να προσπαθούν να με προσεγγίσουν κι εγώ αδιάφορα τους απέφευγα με την σκέψη μου σε εσένα. Πόσο μίσησα τα Χριστούγεννα εκείνων των χρόνων… Δεν ήθελα να βγω, γιατί ήξερα ότι δεν θα σε συναντήσω ποτέ. Μου κόστισε ακριβά η φτηνή συμπεριφορά σου. Η Πρωτοχρονιά; Ανύπαρκτος κι εκεί… Για ποιες γιορτές μου μιλάς, που περάσαμε μαζί; Πώς μπορείς να λες ότι με αγάπησες, όταν δεν βρήκες χρόνο έστω για ένα βλέμμα; Τι σόι αγάπη ήταν αυτή που μου είχες; Μόνο δάκρυα θυμάμαι μου χάρισες. Μόνο πόνο θυμάμαι με πότισε η στάση σου. Αγκάθι ήταν οι γιορτές μας. Αγκάθι σαν αυτό που σφήνωσε στην καρδιά μου και δεν ξεριζώθηκε ποτέ…


Χρυσάνθη Σ.


Advertisements

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.