Και τώρα που το κενό με ακολουθεί από το πρωί μέχρι το βράδυ, στο λέω, είναι δύσκολα. Σεβάστηκα κάθε δικιά σου μικρή και μεγάλη ιδιοτροπία αλλά ούτε αυτό ήταν αρκετό. Έφυγες χωρίς πολλά πολλά, χωρίς πολλές εξηγήσεις. Πιο γεμάτος άνθρωπος θα είσαι πιστεύω ή είσαι τόσο άδειος που έχεις την ικανότητα να τα κάνεις όλα να είναι και να φαίνονται απλά. Μήτε πόνος, μήτε νοσταλγία, μήτε στιγμές αδυναμίας. Πραγματικά δεν ξέρω να απαντήσω, σε τέτοια κούφια ερωτήματα, αφού ειλικρινή απάντηση δεν θα πάρω ποτέ.
Πίστεψέ με, το κενό είναι ο χειρότερος εφιάλτης της διαδρομής, μιας ξεχασμένης πανσελήνου ενός αδιάκριτου Αυγούστου. Μιλώ για εκείνες τις αυγουστιάτικες πανσελήνους που ματώνανε για να τις δούμε μαζί και εμείς απλά δεν μπορούσαμε. Δεν είδαμε καμία. Δεν είδαμε καμία, γιατί ποτέ κανέναν Αύγουστο δεν στεριώσαμε.
Σήμερα σε θυμήθηκα. Θυμήθηκα τα πάντα. Όμως επειδή δεν μ’ αρέσει να κοροϊδεύω τον μικρό εαυτό μου, ξέρω πολύ καλά ότι εσύ δεν με θυμάσαι πια. Είναι γεγονός πλέον. Και εμείς ήμασταν ένα αποτυχημένο γεγονός, τόσο τελειωμένο από την αρχή και εγώ τυφλή δεν έβλεπα. Μία αποτυχημένη χημεία ήμασταν. Ένας έρωτας χωρίς καμία βάση.
Οι τεχνίτες δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους. Ό,τι και να θυμάμαι πια, ό,τι και να νοσταλγώ πια, έχει πεθάνει. Μαζί πέθανε και το κομμάτι σου. Ένα κομμάτι από την καρδιά μου. Και ναι, με ακολουθεί αυτό το κενό, σύμβουλος του μέλλοντος. Σύμβουλος των επόμενων επιλογών μου. Αυτό. Το κενό. Το κενό αυτό. Παίζω με τις λέξεις; Πάντα αυτό έκανες, για να με φέρεις κοντά σου, έτσι και αλλιώς…
Μαρία Τσιντίδου