[Γράφει η Στέλλα Σωτήρκου]
Προσπάθησα τόσο τραγικά, μάρτυς μου ο Θεός! Μα κάθε φορά έβλεπα στα μάτια σου το φευγιό. Λες και μου δήλωνες “Ναι μεν σ’ αγαπάω μωρέ, αλλά τώρα πρέπει να φύγω, πρέπει να την κάνω!”. “Μα…”. “Άντε γεια!”. Δουλειά, ταξίδια και πάει λέγοντας. Κι έμενα εγώ με μια άδεια αγκαλιά να περιμένω, σαν το κορίτσι που ‘χασε την κούκλα του και κλαίει πάνω απ’ τα χαλάσματα, αναζητώντας την. Πόσο λάθος έκανα αλήθεια, αλλά και τι πολύτιμο μάθημα μου έδωσες!
Έριξα ένα χαστούκι στον εαυτό μου και συνήλθα. “Ξύπνα! Άκου να κάθεσαι να κλαις για μια τελειωμένη ιστορία! Για μια φθηνή απομίμηση έρωτα, μια αγάπη “μαιμού”! Όχι καλέ μου εαυτέ, τελείωσαν αυτά. Τώρα θα σε κανακέψω και θα σε αγκαλιάσω σφιχτά χωρίς λόγια περιττά!”. Στέκομαι στα πόδια μου και στο λέω συλλαβιστά, μήπως και δεν το αντιλαμβάνεσαι… Αδυνατώ να συγχωρήσω άλλο “φεύγω” σου. Ο δρόμος ανοιχτός. Καλό ταξίδι!