Εκεί που κουμπώνεις απόλυτα, εκεί που είσαι η πιο όμορφη εκδοχή του εαυτού σου, εκεί που αγαλλιάζει η ψυχή σου. Εκεί που νιώθεις πως ανήκεις απόλυτα, εκεί που νιώθεις πως γεννήθηκες για να κρυφτείς. Σ’ εκείνη την αγκαλιά που ομορφαίνει τον κόσμο σου, που ζεσταίνει την καρδιά σου, που φωτίζει το είναι σου. Σ’ εκείνη την αγκαλιά που εξαφανίζει κάθε φόβο, κάθε πόνο, κάθε πίκρα. Εκεί που γεμίζεις ζωή, χαρά, ευτυχία…


Εκεί που τα μαχαίρια καρφώνονται στην πλάτη σου τόσο γλυκά, που σου πήρε καιρό για να το νιώσεις. Εκεί που το αίμα σου κυλά καυτό και το κορμί σου στέκει ανίκανο να κλείσει τις πληγές. Σ’ εκείνη την αγκαλιά που κάθε χάδι, ήταν βαθιά χαρακιά τελικά. Σ’ εκείνη την αγκαλιά που μυρίζει προδοσία, σκοτάδι και θάνατο. Σ’ εκείνη την αγκαλιά που αγάπησες και σε σκότωσε εν ψυχρώ. Εκεί που λάτρεψες και προδόθηκες. Εκεί που χάριζες ψυχή και σε κερνούσαν ψέματα. Εκεί που ένιωσες “σπίτι σου” κι ακριβοπλήρωσες ενοίκιο με ανύπαρκτες παροχές.


Να σε σκοτώνει αυτό που αγαπάς. Να σε διαλύει αυτό που λατρεύεις. Ασταμάτητη μάχη της αξιοπρέπειας με το συναίσθημα. Ασταμάτητη μάχη του μυαλού με την καρδιά, με πάντα ηττημένο εσένα. Κάθε βράδυ! Κάθε γαμημένο βράδυ βουτηγμένο σε αμέτρητα “γιατί” και πυκνό καπνό τσιγάρων! Πόσο με πόνεσες… Πόσο με πλήγωσες… Πόσο με πρόδωσες… Πόσο σ’ αγάπησα διάολε!

Κική Γιοβανοπούλου

Advertisements

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.