Χρόνια ολόκληρα περιπλανιόμουν στα σοκάκια με λιγοστό φως. Κάποιες φορές ερχόταν ένα χέρι βοήθειας να μου δείξει πώς να βγω στον κεντρικό δρόμο και να βλέπω πού πατώ. Συχνά όμως, οδηγούσε σε αδιέξοδο και χανόμουν ακόμη περισσότερο.
Μέχρι που ήρθες εσύ κι αναθάρρησα. Βαδίζαμε μαζί χέρι- χέρι, στηρίζαμε ο ένας τον άλλον σε ανηφοριές, προσέχαμε να μην παραπατήσουμε στις κατηφόρες και πληγωθούμε.
Στάθηκες να ξαποστάσεις σε μια γωνιά και δεν σε ξανάδα πια. “Θα σε βρω ξανά…” έγνεφες από μακριά.
Έπρεπε να προχωρήσω. Τι κι αν είχε πέσει σκοτάδι, έλαμπα εγώ πια κι ακόμη συνεχίζω, όσο κι αν πονώ…
Στέλλα Σωτήρκου
Advertisements