Σ αγάπησα. Ήταν η λέξη αμιδρή, μα το χείλος που οραματίστηκε τη λέξη, εσπευσμένα ανήμπορο. Αποδεκατισμένα χρόνια, χαλαμάντουρα στο εσαεί.
Όσο και να προσπαθεί ο άνθρωπος, η μνήμη του δεν τον βοηθά. Οι θεοί μαραίνονται στην καρποφορία της λεμονιάς.
Αρώματα μιας εκ γενετής παρθενίας που δεν λογαριάζει πια την ιδεοτυπούς προσέλευση, όσων ασέλγησαν στο νεκρό συναπάντημα της φτώχειας.
Ελιά, το εύλογο ερώτημα. Όταν αλλάζει μεσημέρι, έτσι… Κανένας πια, κρανίου τόπου ο ομφαλός της γης, το γκρίζο περιστέρι.
Λατρεία της νιότης. Σούρουπο τώρα πια, κανείς σε αντιδιαστολή της ιχνηλάτησης κρουσμάτων.
Νεοφύτα Παπύρου
Advertisements