Γιατί η πληγή ήταν εκεί, έχασκε ακόμα…
-Έλα, κάτσε λίγο εδώ να τα πούμε. Τόσο καιρό έχω να σε δω. Πώς είσαι;
-Καλά λέω, αλλά…
-Πάντα θα υπάρχει ένα “αλλά”. Ξέρεις, τότε στα ‘χα δώσει όλα. Κι εσύ τα πέταξες.
-Ναι, δεν το άντεχα.
Και δεν συνέχισα την κουβέντα. Δεν μπορούσα. Μιλήσαμε για την καθημερινότητα κι αποχαιρετιστήκαμε απλά. “Σαν χτες μου φαίνεται που έμπηξες το μαχαίρι στην πληγή. Γιατί η πληγή ήταν εκεί, έχασκε ακόμη. Και να σου πω κάτι; Καλά έκανες. Δεν φταις εσύ που εγώ ανοίγω την καρδιά μου κι αγαπάω με όλο μου το είναι. Ένας άνθρωπος ήσουν κι εσύ, που ακούμπησες πάνω μου. Πόσα ν’ αντέξεις; Ας είναι. Αλλά λύσε μου ένα μυστήριο, έτσι λίγο να καταλάβω. Γιατί όταν ο άλλος σου καταθέτει την ψυχή του, το βάζεις στα πόδια;”.
Κι η απάντηση δεν ήρθε ποτέ…
Της Στέλλας Σωτήρκου