Η πλανεύτρα

Απλώνω το χέρι χωρίς φόβο. Μαζεύω ψιχάλες βροχής στη χούφτα μου. Θέλω να νιώσω… Πόσο θέλω να νιώσω εκείνο το άγγιγμα της βροχής! Να γίνει νερό, να ταξιδέψει στο διψασμένο μου κορμί. Σφαδάζει σαν τρομαγμένο ζώο μέσα μου, η φωνή εκείνης της έρημης πλανεύτρας και το ταξίδι της φωνής της γίνεται ανεμοστρόβιλος. Σαρώνει τα πάντα στο πέρασμα του. Κουβαλάει όμως στην πλάτη της εκείνο το σακίδιο της μοναξιάς, μα δείχνει να μην την νοιάζει. Μοιάζει ατίθαση, γλυκιά και ώριμη…


Με εκείνον τον σπάνιο συνδυασμό της, τσακίζει απροκάλυπτα τη λογική. Ματώνει το συναίσθημα αφήνοντας του χαρακιές. Σχηματίζει μικρές πληγές με τα ακροδάχτυλα της. Γυρεύει μέσα στο χρόνο θύματα. Δίνει το παθιασμένο «για πάντα» της. Ντύνει με το ψέμα της κάθε ανυποψίαστο θαυμαστή της. Έπειτα, γυρνάει επιδεικτικά την πλάτη, ακροπατώντας στις μύτες των ποδιών της ρυθμικά. Διατηρεί κλειδωμένη μέσα στο βλέμμα της την ανεξήγητη σιγουριά της και φεύγει αγέρωχη, νικήτρια. Πάντα νικήτρια, με έναν θριαμβευτικό απόηχο να αργοσβήνει.


Μπορώ και την βλέπω. Βαδίζει σε εκείνον τον δρόμο. Στον γνώριμο μας δρόμο. Την έχω απόψε συντροφιά, μα εκείνη δεν είναι όμοιά μου. Βηματίζει αθόρυβα μέσα μου. Είναι το δικό μου αερικό. Εκείνο το άπιαστο όνειρο που θέλουν όλοι να κρατήσουν από το χέρι. Ψυχανεμίζει την πλάνη της σκορπώντας τριγύρω ροδοπέταλα που φτάνουν μέχρι την καρδιά μου. Με εκείνο το όλο υποσχέσεις βλέμμα της και το αινιγματικό της χαμόγελο, αφήνει στο πέρασμα της σημάδια μέσα μου να αχνοφαίνονται και αγγίζει ανεπαίσθητα τα γρανάζια του μυαλού και της καρδιάς μου.

Βούλα Γκεμίση

Advertisements

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.