Μια συνηθισμένη μέρα του Φλεβάρη. Μήνυμα στο κινητό. Ώρα αποστολής 06.05 το πρωί. Τίποτα δεν προμήνυε το τι θα επακολουθούσε. «Έχασα το Ευχαράκι μου… Έγινε άγγελος στον ουρανό…».
Σιγή, κενό, απελπισία, ανατριχίλα, τρόμος! Όχι δε γίνεται! Δεν είναι δυνατόν! Τα “αν” και τα “γιατί” οργιάζουν, ψάχνοντας εκείνη τη λογική εξήγηση που δεν πρόκειται να βρεις. Είναι εκείνη η σκέψη, που δεν επιτρέπεις καν να περάσει έστω ξυστά από το μυαλό. Είναι αυτό που δεν εύχεσαι να συμβεί ούτε στο χειρότερο εχθρό. Είναι αυτό που σε δευτερόλεπτα, ραγίζει μια καρδιά και σπάει. Μια άδεια αγκαλιά…
Τι να πεις σε αυτή τη μάνα, που τη μια στιγμή κρατάει στις φτερούγες της το παιδί της και μετά το άψυχο κορμάκι του; Τι να πεις σε αυτή τη μάνα, που αναγκάζεται ξαφνικά να βιώσει τη νεκρική σιγή, όχι μόνο στο σπίτι της, αλλά και στην ίδια της ζωή;
Τι να πεις σε αυτή τη μάνα, που της άρπαξαν βίαια τη χαρά και της φυτέψανε τη λύπη; Τι να πεις σε αυτή τη μάνα, που την διαλύουν τα αναπάντητα ερωτήματα, αυτό το “γιατί” που δεν μπορεί κανείς να της απαντήσει;
Τι να πεις σε αυτή τη μάνα που διακτινίζεται αναπάντεχα στο τέλος και μόλις είχε αρχίσει να απολαμβάνει την αρχή; Τι να πεις σε αυτή τη μάνα, που κατρακυλά σε έναν κατήφορο που η μόνη που μπορεί να τη σταματήσει είναι ο ίδιος της ο εαυτός;
Τι να πεις σε αυτή τη μάνα, που γυρεύει κάθε μέρα απεγνωσμένα ένα σημάδι για το παιδί της; Ότι υπάρχει κάπου και ας μην είναι εκεί; Τι να πεις σε αυτή τη μάνα που ψάχνει απελπισμένα τη ζωή κι ας έχει συντριβεί;
Τίποτα. Τίποτα δεν χρειάζεται να πεις σε αυτή μάνα, έτσι κι αλλιώς να καταλάβεις δεν μπορείς. Το μόνο που μπορείς να κάνεις, είναι απλά να είσαι κάπου εκεί γύρω, αν σε ζητήσει, αν σε χρειαστεί.
Καλό ταξίδι Ευχαράκι μας…
Από Stella