Δεν πρέπει να ξεχνάει μία γυναίκα, εκείνες τις στιγμές στις οποίες η καρδιά της ήταν κομματιασμένη. Εκείνες ήταν οι ώρες όπου μάζεψε τα κομμάτια της και έγινε πιο δυνατή από κάθε άλλη φορά.
Δεν πρέπει να ξεχνάει μία γυναίκα, τις ώρες εκείνες που κοίταζε το παράθυρο δίχως να περιμένει κανέναν, δίχως να έρχεται κανένας. Εκείνες τις ημέρες όπου έστρωνε και ξέστρωνε το τραπέζι μόνη της, δίχως να έχει την παρέα κανενός.
Δεν πρέπει να ξεχνάει μία γυναίκα εκείνο το φόρεμα ή μπλούζα που φόρεσε και την έκανε να αισθανθεί ξεχωριστή. Εκείνο το ρούχο που φόρεσε για να αισθανθεί ομορφότερη για εκείνη και για κανέναν άλλον.
Δεν πρέπει να ξεχνάει τις υποσχέσεις που πίστεψε και στο τέλος τη διέψευσαν, για να αισθανθεί ξανά διαλυμένη. Εκείνες τις φορές που φορούσε ένα ψεύτικο χαμόγελο και έβγαινε έξω υποδυόμενη την ευτυχισμένη, ενώ μέσα της όλος ο κόσμος γκρεμιζόταν.
Δεν πρέπει να ξεχνάει μία γυναίκα πως χρωστάει ευγνωμοσύνη στις πληγές της, διότι εκείνες ευθύνονται που έγινε πιο σοφή και δυνατή. Εκείνες τις στιγμές όπου αισθανόταν πως η ζωή της τελείωνε, οι οποίες ήταν τελικά και οι ίδιες που την έπεισαν να ξεκινήσει τα πάντα από την αρχή.
Δεν πρέπει να ξεχνάει μία γυναίκα αυτά που έζησε, τις χαρές που την έκαναν να αισθάνεται ευτυχισμένη, τις πίκρες που έκαψαν το μέσα της και τη μεγάλωσαν απότομα. Διότι μέσα από όλες αυτές, μεγάλωσε, πόνεσε, ωρίμασε, έζησε…
Της Μαρίας Σκαμπαρδώνη