Με τη γυναίκα μου και τα δυο παιδιά μας ζούμε σ’ ένα τριάρι, σ’ ένα προάστιο της Θεσσαλονίκης. Διατηρούμε μια οικογενειακή επιχείρηση στην άλλη πλευρά της πόλης, στην οποία εργάζομαι μαζί με τη σύζυγό μου. Τα παιδιά μας πηγαίνουν σχολείο κοντά στην επιχείρησή μας και το βράδυ που τελειώνουμε απ’ την δουλειά, επιστρέφουμε όλοι μαζί στο σπίτι.
Πριν κάποια χρόνια έχασα τον πατέρα μου. Η μαμά μου έκτοτε μένει μόνη και τη βοηθάω κι εγώ όσο μπορώ. Πάντα είχε προβλήματα υγείας, αλλά το εγκεφαλικό που την χτύπησε πρόσφατα, την καθήλωσε στο κρεβάτι. Πλέον δεν μπορεί ούτε να μιλήσει αλλά ούτε και καταλαβαίνει. Φυσικά σ’ αυτή την κατάσταση βοηθήσαμε όσο μπορούσαμε κι εγώ κι η αδερφή μου, πλέον όμως έχουμε κουραστεί. Η μαμά έχει γυρίσει στο σπίτι της κι έμεινα κι εγώ τόσες μέρες μαζί της. Η κατάσταση όμως δεν πάει άλλο έτσι. Πρέπει να βρεθεί μια μόνιμη λύση. Η δουλειά μου έχει πάει πολύ πίσω, πόσα να κάνει η γυναίκα μου μόνη της;
Προσπάθησα να το συζητήσω με την αδερφή μου αλλά δεν καταφέραμε να βγάλουμε άκρη. Της πρότεινα να πάρει τη μαμά στο σπίτι της και μου το απέκλεισε με την πρόφαση ότι δεν έχει χώρο και μου είπε να την πάρω εγώ στο δικό μου. Μα εμείς λείπουμε όλη μέρα! Για να βρούμε μια γυναίκα να την προσέχει τόσες ώρες, πρέπει να δώσουμε ένα κάρο λεφτά. Που να τα βρούμε; Η δουλειά μου έχει πέσει κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια, όπως σε όλες τις ελληνικές επιχειρήσεις κι εκείνη με τον άντρα της τα βγάζουν ίσα ίσα κάθε μήνα. Ας την πάρει προσωρινά στο δικό της και μετά βλέπουμε. Φυσικά θα βοηθάω κι εγώ όσο μπορώ. Αυτή είναι η καλύτερη λύση!
Από την Κική Γιοβανοπούλου